περιβοήτου

περιβοήτου
περιβόητος
noised abroad
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ληστεία — Η ένοπλη επιβουλή εναντίον προσώπων και πραγμάτων από άτομα οργανωμένα σε συμμορίες υπό την ηγεσία ενός αρχηγού. Η λέξη λ. χαρακτηρίζει γενικά τη δράση που λαμβάνει χώρα στην ξηρά και διακρίνεται από την ανάλογη δράση στη θάλασσα, η οποία… …   Dictionary of Greek

  • Εγκολφόπουλος ή Γκολφόπουλος, Αναγνώστης — Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από τη Μενδενίτσα της Λοκρίδας και πολέμησε στο σώμα του Δυοβουνιώτη. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αθανάσιο Ζαφείρη και προσέφερε τις υπηρεσίες του αφιλοκερδώς. Διέθεσε μάλιστα όλη την περιουσία του για τις… …   Dictionary of Greek

  • Καραβάγγος, Παναγιώτης — Αγωνιστής του 1821 από τη Δωρίδα. Ήταν οπλαρχηγός στην περιφέρειά του και αποτελούσε το φόβητρο των Τούρκων. Σκοτώθηκε σε συμπλοκή εναντίον του σώματος του περιβόητου Αλβανού Σέβρανη, στα στενά της Ναυπάκτου …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία — Κράτος της νοτίου Αφρικής. Συνορεύει Α με τη Μοζαμβίκη και τη Σουαζιλάνδη, Β με τη Ναμίμπια, τη Μποτσουάνα και τη Ζιμπάμπουε, Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, Ν και Α από τον Ινδικό ωκεανό.Εντός των συνόρων της Ν. Δ. και στο νοτιοανατολικό… …   Dictionary of Greek

  • Πανταζής — Επώνυμο ιστορικών προσώπων. 1. Δημήτριος. Έλληνας λόγιος(1814 – 1884). Δημοσίευσε περισσότερες από 150 μελέτες σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες και μετέφρασε το αρχαιολογικό λεξικό του Σμιθ. Έγραψε αρχαιολογικό οδηγό της Αθήνας και πολλά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”